Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ,
Ο ΚΟΥΛΑΚΙΩΤΗΣ (8 Σεπτεμβρίου)
Εἴκοσι
χιλιόμετρα νοτιοδυτικὰ τῆς Θεσσαλονίκης βρίσκεται ἡ ἀρχαία πόλι
Χαλάστρα. Στὰ χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας εἶχε τὸ ὄνομα Κουλακιά, ἀπὸ
τὴν τουρκικὴ λέξι: «κουλέ», ποὺ σημαίνει πύργος. Τὸ ἔτος 1749 γεννήθηκε
ἐκεῖ ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἀθανάσιος, κατὰ τὴν περίοδο, ὅπου ἡ Κουλακιὰ
λειτουργοῦσε, ὡς ἕδρα τοῦ ἐπισκόπου Καμπανίας καὶ σ᾽ αὐτὴν ἀρχιεράτευε
πιστῶς καὶ εὐκλεῶς ὁ μαθητὴς τοῦ Εὐγενίου Βουλγάρεως, ὁ λόγιος Ἐπίσκοπος
Θεόφιλος Παπαφίλης (1749-1795). Ὁ πατέρας τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου, Πολύχρους
καὶ ἡ μητέρα του Λουλούδα κατήγοντο ἀπὸ γένος ἐπιφανές, ὁ δὲ πατέρας
του διετέλεσε προεστὼς τῆς Κουλακιᾶς γιὰ πολλὰ χρόνια. Καὶ οἱ δυό τους
ἦταν ἄνθρωποι τῆς εὐλαβείας καὶ ἀνέστησαν τὸν Ἀθανάσιο μέσα στὰ νάματα
τῆς πίστεως. Κατήρτισαν δὲ τὸν γιό τους μὲ τὸ κάλλιστον δυνατὸν τῆς τότε
παιδείας, ἀποστέλλοντάς τον στὸ ἑλληνικὸ σχολεῖο στὴν Θεσσαλονίκη,
στὸ ὁποῖο ἐδίδασκε ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος, ὁ Πάριος. Ἡ εὐφυία καὶ ἡ ἐπιμέλεια
τοῦ μικροῦ Ἀθανασίου αὔξανε τὶς ἐπιδόσεις του, ἔτσι ὥστε μετὰ τὴν πλήρωσι
τῶν μαθημάτων δίπλα στὸν μέγα διδάσκαλο τοῦ Γένους, Ἅγιο Ἀθανάσιο,
νὰ ὁδηγηθῇ στὴν ἀναζήτησι περαιτέρω σπουδῶν στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ τὴν
Ἀθωνιάδα Σχολή. Ἐκεῖ μαθήτευσε δίπλα σὲ μεγάλους διδασκάλους μεταξὺ
τῶν ὁποίων, ὁ ἐπιφανὴς μεσολογγίτης Παναγιώτης Παλαμᾶς καὶ ὁ μεγάλος
μετσοβίτης διδάσκαλος Νικόλαος Τζαρτζούλης, κορυφαία μορφὴ τῆς ἑλληνικῆς
διανοήσεως. Κατόπιν μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου συνεδέθη
μὲ τὸν μέλλοντα Πατριάρχη Ἀντιοχείας Φιλήμονα (1766 -1767). Γίνεται
καλὸς γνώστης ἐκτὸς τῆς τουρκικῆς καὶ τῆς ἀραβικῆς γλώσσας. Ὁπωσδήποτε,
ὁ πρόωρος καὶ αἰφνίδιος θάνατος τοῦ Πατριάρχου, μόλις δύο μῆνες μετὰ
τὴν ἐκλογή του, (ἐφημολογήθη, χωρὶς νὰ ἀποδειχθῇ, ὅτι ἐδηλητηριάσθη
ἀπὸ τοὺς Καθολικούς, οἱ ὁποῖοι ἐνεργοῦσαν τότε βίαια, διὰ τῆς Οὐνίας,
τὴν ἐνίσχυσι τοῦ Καθολικισμοῦ στὴν Συρία) συγκλόνισαν τὸν νεαρὸ Ἀθανάσιο,
ποὺ πλέον, μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Πατριάρχου, ἐπιστρέφει στὴν πατρίδα του
Κουλακιά. Ἡ πλούσια παιδεία του καὶ ἡ σχέσι του μὲ προσωπικότητες,
ποὺ συμμετεῖχαν δυναμικὰ στὰ ἱστορικὰ καὶ κοινωνικὰ δρώμενα τῆς ἐποχῆς
ὄξυναν τὸ ἐνδιαφέρον καὶ τὴν ἀναζήτησί του γιὰ σχετικὲς εἰδήσεις.
Στὴν Κουλακιὰ ὑπῆρχε ἕνα βασιλικὸ ἱπποστάσιο, στὸ ὁποῖο κανεὶς
μποροῦσε νὰ λάβῃ ἀπὸ τοὺς διερχομένους ταξιδιῶτες τέτοιου εἴδους
πληροφορίες. Ὁ νεαρὸς Ἀθανάσιος συχνάζοντας ἐκεῖ, βρέθηκε κάποτε
νὰ συνομιλῇ μὲ κάποιον τοῦρκο ἐμίρη γιὰ θέματα πίστεως. Στὴν συζήτησί
τους ὁ Ἀθανάσιος τοῦ εἶπε: «ἡ δική σας πίστι ἐμπεριέχεται σ᾽ αὐτούς
τοὺς λόγους» καὶ ἀκολούθως προέφερε τὸ σαλαβάτι, δηλαδὴ τὸ κείμενο
τῆς Μωαμεθανικῆς ὁμολογίας. Ὁ ἐμίρης κινούμενος ἀπὸ φθόνο γι᾽ αὐτὸν
τὸν λαμπρό, φωτισμένο καὶ μορφωμένο νέο τῆς ρωμιοσύνης, ποὺ μποροῦσε
γνωρίζοντας νὰ ἐπιλέγει τὴν Ἀλήθεια καὶ νὰ Τὴν διακηρύσσῃ, ἄδραξε
τὴν εὐκαιρία καὶ ζήτησε τὴν κράτησί του ἀπὸ τὸν ἐπιστάτη τοῦ ἱπποστασίου
μὲ τὴν αἰτιολογία, ὅτι ἔκανε δῆθεν διὰ τῆς ἐκφορᾶς τῶν λέξεων καὶ ὁμολογία
τῆς μωαμεθανικῆς πίστεως. «Τέτοια παλλικάρια ἂν ἀφήσουμε νὰ ἔχουν
οἱ Ρωμιοί, ἐξευτελίζεται ἡ πίστι μας καὶ πᾶμε χαμένοι». Πράγματι πηγαίνει
ἄμεσα στὸν κριτὴ τῆς Θεσσαλονίκης καὶ καταγγέλλει τὸν Ἀθανάσιο. Ὁ Νεομάρτυς
στὴν δίκη, ποὺ ἀκολούθησε, δὲν σταματᾶ νὰ ὁμολογῇ τὴν χριστιανική του
πίστι, καὶ ὁ κριτὴς κατ᾽ ἀρχὰς τὸν δικαιώνει, ρωτώντας μάλιστα τὸν Τοῦρκο
ἐμίρη: «θὰ σὲ καθιστοῦσε χριστιανὸ ἂν κι ἐσὺ μποροῦσες νὰ πῇς, ὅτι ἡ
χριστιανικὴ πίστι ἐμπεριέχεται σ᾽ αὐτοὺς τοὺς λόγους καὶ κατόπιν νὰ
τοὺς προφέρῃς;» Ὁ φθόνος τοῦ Τούρκου ἐμίρη δὲν κατασίγασε, καὶ κίνησε
ἐναντίον τοῦ Ἀθανασίου τοὺς παρόντες στὴν δίκη Τούρκους ἀγάδες, οἱ
ὁποῖοι πίεσαν τὸν κριτή. Τότε ἐκεῖνος πρῶτα μὲ κολακεῖες καὶ κατόπιν
μὲ ἀπειλὲς προέτρεψε τὸν Ἀθανάσιο νὰ δεχθῇ τὸν Μουσουλμανισμό. Ἡ πίστι
στὸ Χριστὸ ὁμολογεῖται σθεναρὰ ἀπὸ τὸ εἰκοσιπεντάχρονο ἅγιο παλλικάρι
τῆς Ρωμιοσύνης ὡς ἡ αἰωνία, ἡ μόνη Ἀλήθεια, ποὺ γνωρίζει. Ὁ κριτὴς
προσβλέποντας στὴν μεταστροφή του, τὸν ὁδηγεῖ στὴν φυλακή. Μετὰ ἀπὸ
κάποιες ἡμέρες ἐξετάζεται καὶ πάλι μὲ τὸ ἐρώτημα νὰ ἀρνηθῇ τὴν πίστι
του στὸν Χριστὸ ἢ νὰ πεθάνῃ. Ὁ Ἀθανάσιος, μὲ ἀλεῖπτες του τοὺς μεγάλους
διδασκάλους τοῦ Γένους, εἶναι ὄντως ἐλεύθερος καὶ ἀδάμαστος ἀπέναντι
στὴν τούρκικη δυναστεία καὶ σὲ κάθε δυναστεία. Χριστοφόρος καὶ οὐρανοπολίτης
ἀρνεῖται τὸν μουσουλμανισμό, τὸν ὄντως θάνατο, ποὺ τοῦ προτείνουν καὶ
καταδικάζεται. Τὸν κρέμασαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλι, ἀνήμερα τῆς Παναγίας,
μὰ τοῦ ἀντρειωμένου ὁ θάνατος, θάνατος δὲν λογιέται. Τὸ ἀτίμητο καὶ
ἱερό του σκῆνος συνελέγη πανευλαβῶς καὶ ἐνταφιάσθη ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς
στὴν περιοχὴ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς. Κι ἡ
Μάνα τοῦ Χριστοῦ, 8 Σεπτεμβρίου τοῦ 1774, πῆρε στὴν ἀγκαλιά της αἰώνια
μαζί μὲ τὸν Υἱό Της, τὸν Ἅγιο Νεομάρτυρα Ἀθανάσιο, τὸ κατακόκκινο
ρόδο τὴς Ρωμιοσύνης, αὐτὸν ποὺ μὲ τὸ αἷμα του, εἰς μίμησιν τοῦ Χριστοῦ
του, ἔσπειρε τὴν Ζωὴ καὶ πάτησε τὸν θάνατο τοῦ κόσμου τούτου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου