Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2019

Ο ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Ο ΚΟΥΡΤΑΛΙΩΤΗΣ

Ο ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
 Ο ΕΝ Τῌ ΦΑΡΑΓΓΙ ΚΟΥΡΤΑΛΙΩΤΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΑΣΚΗΣΑΣ (1 Σεπτεμβρίου)

                Ὁ Ὅσιος Νικόλαος γεννήθηκε στὸ χωριὸ Ἀσώματος ἢ ἀλλιῶς Φραττὶ τῆς ἐπαρχίας Ἁγίου Βασιλείου Ρεθύμνης στὴν Κρήτη στὰ τέλη τοῦ 16ου αἰῶνος. Ἀνετράφη ἀπὸ τοὺς εὐλαβεῖς γονεῖς του μέσα στὰ νάματα τῆς πίστεως. Ἔμπλεος τῆς Ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ ἔπασχε μαζὶ μὲ κάθε πονεμένο καὶ ἀπὸ τὴν πατρική του περιουσία, ποὺ ἀφθονοῦσε σὲ εἰσοδήματα, μοίραζε σὲ ὅσους εἶχαν ἀνάγκη, ἀγωνιώντας νὰ σκεπάσῃ, κατὰ τὴν δύναμί του, κάθε ἀδύνατο καὶ κάθε πονεμένο. Ὅ,τι κι ἂν ἔκανε, ὅμως, δὲν μποροῦσε νὰ παρηγορήσῃ τὴν βαθεία καρδία του, ποὺ ἀναζητοῦσε τὴν πραγματικὴ λύτρωσι ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἴδια τὴν ἀνθρώπινη ἀνεπάρκεια. Ἤδη ἀπὸ τὴν πρώιμη νεανική του ἡλικία εἱλκύσθη στὴν ζωὴ τῆς ἀσκήσεως, τοῦ μοναχισμοῦ καὶ τῆς ἀφιερώσεως σ᾽ Ἐκεῖνον ποὺ μπορεῖ νὰ σηκώνῃ, νὰ παρηγορῇ καὶ νὰ θεραπεύῃ ὄντως κάθε πόνο καὶ κάθε ἀδυναμία. Οἱ εὐλαβεῖς γονεῖς του συμμερίζονται τὸν ἀσκητικό του πόθο καὶ τοῦ χαρίζουν τὴν εὐχή τους, πολύτιμη προῖκα στὴν ὁδὸ τοῦ μοναχισμοῦ του. Φεύγει ἀπὸ τὴν πατρικὴ οἰκία καὶ ἐπιχειρεῖ βίο ἐρημιτικὸ καὶ ἄκρως ἀσκητικὸ στὴν κοιλάδα τῆς Μεσσαρᾶς, συγκεκριμένα στὸ χωριὸ Ζαρὸ σ᾽ ἕνα σπήλαιο κοντὰ σὲ μιὰ πηγή. Ἐργάζεται κατ᾽ ἀρχὰς ἐκεῖ τὴν προσευχὴ καὶ τὸν μοναχισμό του καὶ ὁ Κύριος σμιλεύει σ᾽ αὐτὸν σιγὰ σιγὰ μιὰ δυνατὴ ἀσκητικὴ προσωπικότητα, ἕνα σκεῦος ἐκλογῆς στὸ ὁποῖο ὅλο καὶ περισσότερο ἀναπαύεται ἡ Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Ὁ γλυκασμὸς τῆς συνάντησης μὲ τὸν Κύριο καὶ ἡ πνευματική του ὡρίμανσι, τὸν κάνει νὰ ἐπιζητῇ τόπο ἀκόμα πιὸ ἀσκητικό, ποὺ νὰ τὸν βοηθᾶ περισσότερο στὴν ἕνωσί του μὲ τὸν Χριστό, ἕνας αὐτὸς μόνος καὶ μόνο μὲ τὸν Ἕνα. Ἐγκαταλείπει τὸ σπήλαιο στὴν πράσινη χαράδρα τοῦ Ζαροῦ καὶ ἔρχεται στὴν περιοχὴ Πρέβελη Ρεθύμνης, κοντὰ στὴν ὁμώνυμη ἱστορικὴ Μονή, στὸ Κουρταλιώτικο φαράγγι.  Στὸ ἐντυπωσιακὸ σὲ ἄγρια ὀμορφιὰ αὐτὸ φαράγγι ἀναπτύσσονται κι ἀπὸ τὶς δύο πλευρές του φοβερὰ κατακόρυφα γκρεμνά, ποὺ σὲ πολλὰ σημεῖα φτάνουν τὰ τριακόσια μέτρα. Πρόκειται γιὰ τὶς σκληρὰ ἀπότομες πλαγιὲς τοῦ ὄρους Κουρούπα. Εἶναι γυμνὸ ἀπὸ βλάστησι καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ ἀσβεστολιθικὰ πετρώματα κατὰ μῆκος τῶν ὁποίων ὑπάρχουν πολλὲς μικρὲς σπηλιές, καταφύγια τῶν ἀγριμιῶν καὶ τῶν πουλιῶν. Τοπίο σκληρό, ἄκρως ἀσκητικὸ μὲ ἐνατένισι μόνο πρὸς τὸν οὐρανό. Ἡ ὀνομασία του προέρχεται ἀπὸ τὰ «κούρταλα» ἢ ὅπως εἶναι πιὸ γνωστὰ «κρόταλα», δηλαδὴ τὰ σφυρίγματα καὶ τοὺς κρότους, ποὺ δημιουργεῖ ὁ δυνατὸς βοριᾶς, ὅταν πνέει στὴν περιοχὴ καὶ περνᾶ μέσα ἀπὸ τὸ φαράγγι.  Τόπος ἀπαράκλητος, ἄγριος καὶ ἄνυδρος, ἀλλὰ τὸ ἁρπακτικὸ τοῦ Θεοῦ πουλὶ ἐκεῖ διάλεξε νὰ φτιάξῃ τὴν φωλιά του. Ὁ Ὅσιος Νικόλαος ἐπιλέγει γιὰ ἀσκητήριό του μία σπηλιὰ στὴν μέση περίπου αὐτοῦ τοῦ φαραγγιοῦ, στὴν δυτικὴ πλευρά, κοιτώντας σταθερὰ πρὸς τὴν Ἀνατολή, στὴν σταθερὴ ἐνατένισι τῆς καρδίας του. Ποιὸς μπορεῖ νὰ φανταστῇ τὴ δίψα ἑνὸς μόνου ἀνθρώπου σ᾽ αὐτὸν τὸν ἀπόλυτα ξερὸ τόπο καὶ ἐπίσης τὸ μέτρο τῆς δίψας του γιὰ κοινωνία μὲ τὸν Θεό του. Ἡ Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἦρθε καὶ ἐπεσκίασε τὸ ἀτρόμητο αὐτὸ παλληκάρι τοῦ Χριστοῦ, ὥστε κρουνοὶ Χάριτος νὰ ρέουν ἀπὸ τὴν ἁγία του παρουσία καὶ νὰ ἀρδεύουν ὄντως, ὅπως ἐξ ἀρχῆς ἐπιθυμοῦσε, τὴν ἀνάγκη τῆς τουρκοκρατούμενης τότε Κρήτης καὶ τοῦ κόσμου ὁλόκληρου, σὲ κάθε ἐποχή. Σειρὰ θαυμάτων τοῦ Ἁγίου παρηγόρησαν Ἕλληνες καὶ Τούρκους, οἱ ὁποῖοι σκαρφάλωναν κι αὐτοὶ στὰ ἀπρόσιτα καταράχια τοῦ Κουρούπα γιὰ νὰ δροσίσουν τὴν ἀνάγκη τους ἀπὸ τὰ νάματα τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου, νὰ πάρουν συμβουλὴ καὶ εὐλογία ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐνοικοῦσε μέσα του. Εἶναι δὲ ἐντυπωσιακὸ τὸ θαῦμα, ποὺ καὶ ὁ σύγχρονος προσκυνητὴς συναντᾶ σήμερα στὸν τόπο τῆς ἀσκήσεως τοῦ Ὁσίου. Τὸ ξερὸ κουρταλιώτικο φαράγγι, ποὺ ὁ δυνατὸς βοριᾶς τὸ συγκλονίζει καὶ τὸ ξεραίνει, καταμεσίς του ἔχει μιὰ σπηλιὰ μ᾽ ἕνα κατάλευκο ξωκκλήσι σημαδεμένη ἀπὸ τὴν παρουσία ἑνὸς ἀνθρώπου πλήρους τῆς θείας Χάριτος. Κάποτε,  ὅταν συνέρρεαν ἄνθρωποι, γιὰ νὰ παρηγορηθοῦν  στὸν Ὅσιο, δίψασαν καὶ ἡ πατρικὴ ἐκείνη καρδία ἅπλωσε τὸ εὐλογημένο χέρι της πρὸς τοὺς βράχους τοῦ λόφου Κεφάλι καὶ ἀνέβλυσαν ἔκτοτε πέντε πηγές, ὅσες τὰ ἀνοικτὰ δάκτυλα τοῦ Ἁγίου, οἱ ὁποῖες καὶ σήμερα εὐλογοῦν τὸν ἄνυδρο αὐτὸ τόπο καὶ ξεδιψοῦν χαριτωμένα τὸν διψασμένο ἀπὸ κάθε ἀνάγκη προσκυνητή. Ὁ Ὅσιος ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνῃ τὸ 1670. Ὅσο ζοῦσε ἔρεε στὴν ἄνυδρη γῆ τῶν ἀνθρώπων τοὺς κρουνοὺς τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ καὶ τώρα ἐνώπιος ἐνωπίῳ μὲ τὸν Ἠγαπημένο δαψιλῶς εὐλογεῖ τὰ τέκνα του, ποὺ προσεύχονται καὶ προσκυνοῦν τὴν ὁσία βιοτή του.