Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2019

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΑΓΓΕΛΗΣ

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΑΓΓΕΛΗΣ

                Ὁ Ἅ­γιος Ἀγ­γε­λῆς ἔ­ζη­σε στὴν Κων­σταν­τι­νού­πο­λι τὴν ἐ­πο­χὴ τοῦ Σουλ­τά­νου Μω­ά­μεθ Δ’ (1618 -1687). Ἡ κα­τοι­κί­α του βρι­σκό­ταν κον­τὰ στὴν ἐκ­κλη­σί­α τῶν ἁ­γί­ων Κων­σταν­τί­νου καὶ Ἑ­λέ­νης, τὴν ἐ­πο­νο­μα­ζο­μέ­νη τῆς Κα­ρα­μα­νί­ας. Ἦ­ταν ἔγ­γα­μος μὲ ἓξ παι­διὰ καὶ συν­τη­ροῦ­σε τὴν οἰ­κο­γέ­νειά του ἀ­πὸ τὴν χρυ­σο­χο­ΐ­α, τὴν ὁ­ποί­α ἀ­σκοῦ­σε ὡς τέ­χνη. Κα­τὰ τὸ ἔ­τος 1680, λί­γο ἔ­ξω ἀ­πὸ τὴν Πό­λη, στὸν πα­ρα­θα­λάσ­σιο οἰ­κι­σμὸ τοῦ ἁ­γί­ου Στε­φά­νου, στὶς 23 Αὐ­γού­στου, ὅ­πως κά­θε χρό­νο, οἱ χρι­στια­νοὶ πα­νη­γύ­ρι­ζαν, τὴν Ἀ­πό­δο­σι τῆς Κοι­μή­σε­ως τῆς Ὑ­πε­ρα­γί­ας Θε­ο­τό­κου – τὰ ἐν­νι­ά­με­ρα.  Μα­ζί τους ἦ­ταν καὶ ὁ Ἀγ­γε­λῆς. Στὴν πα­νή­γυ­ρι αὐ­τὴ βρέ­θη­καν κά­ποι­οι ἀρ­νη­σί­χρη­στοι Ἕλ­λη­νες, ποὺ εἶ­χαν γί­νει Τοῦρ­κοι. Γε­λών­τας καὶ παί­ζον­τας τρα­βοῦ­σαν τὰ κα­λύμ­μα­τα τῆς κε­φα­λῆς τῶν Ἑλ­λή­νων, τὰ φο­ροῦ­σαν οἱ ἴ­διοι καὶ σ᾽ ἐ­κεί­νους ἔ­βα­ζαν χά­ριν ἀ­στε­ϊ­σμοῦ τὰ λευ­κά τους σα­ρί­κια. Κά­πο­τε τὸ ἀ­στεῖ­ο τε­λεί­ω­σε, ὅ­πως καὶ ἡ πα­νή­γυ­ρις καὶ οἱ ἄν­θρω­ποι ἐ­πέ­στρε­ψαν στὰ σπί­τια τους.
            Τὸ πρω­ῒ τῆς ἑ­πομέ­νης, οἱ ἐ­ξω­μό­τες αὐ­τοὶ ἦρ­θαν στὸ σπί­τι τοῦ Ἀγ­γε­λῆ καὶ τὸν ἤ­λεγ­ξαν, για­τὶ φο­ρᾶ χρι­στι­α­νι­κὸ κά­λυμ­μα καὶ ὄ­χι ἄ­σπρο σα­ρί­κι, ἐ­νῶ ἤ­δη ἀ­πὸ χθὲς εἶ­χε γί­νει μου­σουλ­μά­νος. Ὁ Ἀγ­γε­λῆς ἀ­γα­νά­κτη­σε μα­ζί τους, ἀρ­νή­θη­κε, ὅ­τι ἔ­γι­νε πο­τὲ μου­σουλ­μά­νος, δι­α­κή­ρυ­ξε δὲ ὅ­τι ἦ­ταν καὶ εἶ­ναι χρι­στια­νός. Τό­τε ἐ­κεῖ­νοι κά­λε­σαν τοὺς Τούρ­κους καὶ τὸν συ­νέ­λα­βαν. Τὸν ὁ­δή­γη­σαν στὸν κρι­τή, κα­τα­μαρ­τυ­ρών­τας, ὅ­τι δῆ­θεν εἶ­χε ἀ­σπα­σθεῖ τὴν προ­η­γου­μέ­νη τὸν ἰσ­λα­μι­σμό, φο­ρών­τας μά­λι­στα καὶ τὰ δι­α­κρι­τι­κὰ τῶν μου­σουλ­μά­νων. Ὁ Ἅ­γιος Μάρ­τυς ἀρ­νή­θη­κε σθε­να­ρὰ καὶ στὴν ἐμ­μο­νή του ὁ κρι­τὴς ἀ­πο­φά­σι­σε νὰ στεί­λῃ τὴν ὑ­πό­θε­σι στὸν βε­ζύ­ρη. Ἐ­κεῖ­νος κατ᾽ ἀρ­χὰς τὸν ἐ­νου­θέ­τη­σε φι­λι­κὰ καὶ τοῦ ὑ­πο­σχέ­θη­κε τι­μὲς καὶ χρή­μα­τα. Ἀρ­νου­μέ­νου δὲ τοῦ Μάρ­τυ­ρος ν᾽ ἀλ­λά­ξῃ τὴν πί­στι του, ὁ βε­ζύ­ρης ἀλ­λά­ζει τα­κτι­κὴ καὶ τὸν στέλ­νει στὴν φυ­λα­κή, ὅ­που βα­σα­νί­ζε­ται φρι­κτά. Μα­ζὶ μὲ τὸν σω­μα­τι­κὸ ὑ­φί­στα­ται καὶ τὸν ψυ­χο­λο­γι­κὸ βα­σα­νι­σμό. Τὸν ἐ­πι­σκέ­πτε­ται στὴν φυ­λα­κὴ Τοῦρ­κος γεί­το­νάς του μὲ τὸ ἀ­ξί­ω­μα τοῦ Μπέ­η, ὁ ὁ­ποῖ­ος μά­ται­α προ­σπα­θεῖ νὰ τὸν με­τα­πεί­σῃ. Ἀλ­λὰ καὶ ἡ γυ­ναί­κα του τοῦ γί­νε­ται σκάν­δα­λο, θρηνών­τας γιὰ τὴν ἐμ­μο­νή του στὴν πί­στι, ποὺ θὰ τὴν ἄ­φη­νε μό­νη της μὲ ὀρ­φα­νὰ τὰ παι­διά τους. Φεύ­γει ὅ­μως ἀ­πὸ τὴν φυ­λα­κὴ τοῦ Μάρ­τυ­ρος πα­ρη­γο­ρη­μέ­νη καὶ ἐ­λεύ­θε­ρη, γνω­ρί­ζον­τας, ὅ­τι ὁ Χρι­στὸς δὲν θὰ ἔ­παυ­ε πο­τὲ νὰ εἶ­ναι ἀ­νά­με­σά τους καὶ νὰ τοὺς ἑ­νώ­νῃ μὲ τὴν Χά­ρι καὶ τὴν Δύ­να­μί Του.
            Ὁ βε­ζύ­ρης σὲ μιὰ τε­λευ­ταί­α προ­σπά­θεια ζη­τᾶ ἀ­πὸ τὸν Ἅ­γιο νὰ ἀ­σπα­σθῇ τὸν ἰσ­λα­μι­σμό. Ὁ Ἅ­γιος Μάρ­τυς ἀρ­νεῖ­ται καὶ ὁ­δη­γεῖ­ται στὸν θά­να­το. Ἔμ­πλε­ος Χά­ρι­τος καὶ χα­ρᾶς ὁ­δεύ­ει πρὸς τὸ μαρ­τύ­ριο. Τὴν 1η Σε­πτεμ­βρί­ου τοῦ 1680 κον­τὰ στὴν Ἁ­γί­α Σο­φί­α στὴν Κων­σταν­τι­νού­πο­λι ἀ­πο­κε­φα­λί­ζε­ται ὁ Ἅ­γιος Μάρ­τυς Ἀγ­γε­λῆς γιὰ τὴν πί­στι του στὸν Χρι­στό. Τὰ με­σά­νυ­κτα οἱ Χρι­στια­νοὶ ἀλ­λὰ καὶ οἱ Τοῦρ­κοι πα­ρα­τη­ροῦ­σαν μιὰ πύ­ρι­νη στή­λη νὰ κα­τε­βαί­νει ἀ­πὸ τὸν οὐ­ρα­νὸ πά­νω στὰ λεί­ψα­να τοῦ Ἅ­γί­ου. Τὸ θαῦ­μα κά­νει τοὺς Τούρ­κους νὰ δι­α­τά­ξουν νὰ ρι­φθῇ τὸ λεί­ψα­νο στὴν θά­λασ­σα. Ὁ σύλ­λο­γος τῶν Γου­να­ρά­δων τῆς Πό­λης προ­λα­βαί­νει καὶ τὸ ἀ­γο­ρά­ζει ἀ­πὸ τὸν Μου­σοὺρ Πα­σᾶ. Γιὰ νὰ φθά­σῃ ἀ­σφα­λῶς καὶ ἀ­θό­ρυ­βα στὰ χέ­ρια τῶν Ἑλ­λή­νων ἐ­πι­νο­εῖ­ται τέ­χνα­σμα πα­ρά­δο­σής του στὴν θά­λασ­σα ἐν πλῷ καὶ κα­τὰ τὴν ὥ­ρα τῆς δι­α­τε­ταγ­μέ­νης ρί­ψης του στὸ πέ­λα­γος. Ὅ­ταν οἱ Ἕλ­λη­νες πα­ρέ­λα­βαν τὸ ἅ­γιο λεί­ψα­νο τοῦ ἀ­πέ­δω­σαν τὶς τι­μὲς τῆς εὐ­λα­βεί­ας τους καὶ τὸ ἐ­νε­τε­φί­α­σαν στὴν νῆ­σο Πρώ­τη, στὸ ἐ­κεῖ μο­να­στή­ρι τῆς Με­τα­μορ­φώ­σε­ως τοῦ Σω­τῆ­ρος. Ὁ Μη­τρο­πο­λί­της μά­λι­στα Δρύ­στρας Παρ­θέ­νιος συ­νέ­θε­σε ἐγ­κώ­μια πρὸς τι­μὴν τοῦ Μάρ­τυ­ρος. Πα­ρα­δί­δε­ται δὲ ὡς ση­μεῖ­ο καὶ τὸ ἑ­ξῆς. Ὁ ἡ­γού­με­νος τῆς Μο­νῆς τῆς Πρώ­της, Ἀ­θα­νά­σιος ἐ­το­πο­θέ­τη­σε τὸ ἅ­γιο λεί­ψα­νο στὸν τά­φο τοῦ προ­η­γου­με­νεύ­σαν­τος. Τὴν ἴ­δια νύ­κτα τοῦ πα­ρου­σι­ά­στη­κε, ἐ­νῶ κοι­μό­ταν, ὁ Προ­η­γού­με­νος ἐ­λέγ­χον­τάς τον καὶ πα­ρα­τη­ρών­τας, ὅ­τι τὰ ἅ­για αὐ­τὰ μαρ­τυ­ρι­κὰ λεί­ψα­να δὲν ἁρ­μό­ζει νὰ βρί­σκων­ται μα­ζὶ μὲ τὰ δι­κά του.
            Ἀ­να­φέ­ρε­ται σὰν θαυ­μα­στὸ γε­γο­νὸς ἡ τύ­χη τῶν ὑ­πευ­θύ­νων Τούρ­κων. Ἀ­σθέ­νη­σαν βα­ρειὰ καὶ δὲν ξε­ψύ­χη­σαν πα­ρὰ μό­νο, ὅ­ταν ζή­τη­σαν καὶ ἔ­λα­βαν τὴν συγ­χώ­ρη­σι ἀ­πὸ τὴν χή­ρα τοῦ νε­ο­μάρ­τυ­ρος. Τὸ θαυ­μα­στὸ τοῦ­το συγ­κά­λε­σε σὲ σύ­να­ξι τοὺς ἀ­γά­δες τῆς Πό­λης, οἱ ὁ­ποῖ­οι ἔν­τρο­μοι ἀ­πο­φά­σι­σαν νὰ μὴν ξα­να­τι­μω­ρη­θῇ Χρι­στια­νὸς γιὰ τὴν πί­στι του, δι­α­τα­γὴ ποὺ ἴ­σχυ­σε, ὅ­σο ζοῦ­σαν οἱ ἀ­γά­δες, ποὺ τὴν ἐ­ξέ­δω­σαν.
            Ὅ­σο δὲ γιὰ τὰ ἓξ παι­διὰ τοῦ Μάρ­τυ­ρος ἔ­ζη­σαν φυ­σι­κὰ τὴν ὀρ­φά­νια τῆς ἀ­που­σί­ας βι­ώ­νον­τας ταυ­τό­χρο­να ὑ­περ­φυ­σι­κὰ τὴν ἔν­δο­ξη πα­ρου­σί­α τοῦ χρι­στο­μάρ­τυ­ρος πα­τέ­ρα τους, ποὺ εὐ­λο­γοῦ­σε τὴν ζω­ή τους. Ἔ­φυ­γαν στὴν ἐ­λευ­θε­ρί­α τῆς Βλα­χί­ας καὶ ἐ­κεῖ πρε­σβεί­αι­ς τοῦ νε­ο­μάρ­τυ­ρος Ἀγ­γε­λῆ ἀ­πή­λαυ­σαν εὐ­λο­γί­α καὶ εὐ­η­με­ρί­α.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου