Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2022

"Δύο Ἱστορίες": Τὸ Μυστικὸ τῆς Χρυσοκουμαριᾶς -Ἀπόσπασμα

Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ Διήγημα : 

"Τὸ Μυστικὸ τῆς Χρυσοκουμαριᾶς" 


Ἡ Ἄν­να ξα­να­βρῆ­κε τὸ κλεμ­μέ­νο της χα­μό­γε­λο. Τὰ ἀν­τί­φω­να ψάλ­λον­ταν χα­ρο­ύ­με­να:

Αὕ­τη ἡ ἡ­μέ­ρα, ἣν ἐ­πο­ί­η­σεν ὁ Κύριος, ἀ­γαλ­λι­α­σώ­με­θα καὶ εὐ­φραν­θῶ­μεν ἐν αὐ­τῇ.

          Ὁ θο­ύ­ριος τῆς Ἀ­γά­πης καὶ τῆς Ζω­ῆς παι­ά­νι­ζε πά­λι καὶ πά­λι.

Χρι­στὸς Ἀ­νέ­στη καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνή­μα­σι ζω­ὴν χα­ρι­σά­με­νος.

          Στὴν Ἐκ­κλη­σί­α τοῦ χω­ριοῦ ἔ­σβη­σαν πιὰ τὰ ἠ­λε­κτρι­κὰ φῶ­τα καὶ στὴν γλυ­κειὰ φω­το­χυ­σί­α τῶν καν­τη­λι­ῶν καὶ τῶν λαμ­πά­δων, οἱ λι­γο­στοὶ πι­στοὶ ζοῦ­σαν τὴν μυ­στα­γω­γί­α τοῦ ἀρ­χι­νι­σμέ­νου μυ­στη­ρί­ου. 

Ὅ­σοι εἰς Χρι­στὸν ἐ­βα­πτί­σθη­τε, Χρι­στὸν ἐ­νε­δύ­σα­σθε.

          Κι ἡ γῆ με­τα­μορ­φω­νό­ταν σὲ οὐ­ρα­νό. Ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τοῦ Ἁ­ϊ-Δη­μή­τρη στὸ Κου­μα­ρο­χώ­ρι, ἔ­πα­ψε νὰ ἐ­ξαρ­τᾷ τὸ πλή­ρω­μά της ἀ­πὸ τὸ νῦν καὶ ξάφ­νου με­τα­μορ­φώ­θη­κε κα­τα­πλη­κτι­κὰ σὲ ἀ­εί, ἀ­χώ­ρη­τα καὶ ἄ­χρο­να. Ἡ με­γα­λει­ώ­δης ἱ­ε­ρουρ­γί­α γέ­μι­σε πα­ρου­σί­ες. Ἡ Μο­να­χὴ Χρυ­σο­στό­μη μὲ τὶς γε­ρον­τι­κὲς βα­θει­ὲς ρυ­τί­δες ἀλ­λοι­ώ­θη­κε ἀ­πὸ μί­α τρυ­φε­ρὴ παι­δι­κὴ χα­ρά. Μπο­ροῦ­σε τώ­ρα νὰ βρί­σκῃ τοὺς πο­λυ­α­γα­πη­μέ­νους σὲ μιὰ ἑ­νό­τη­τα, ποὺ τὴν χά­ρι­ζε ὁ Δυ­να­τὸς Θε­ὸς καὶ ποὺ κα­νεὶς δὲν μπο­ροῦ­σε τρα­γι­κὰ νὰ τῆς τὴν ἀ­πο­στε­ρή­σῃ.  Ὁ ἀ­να­στη­μέ­νος Χρι­στὸς προ­σφε­ρό­ταν εἰς βρῶ­σιν καὶ πό­σιν καὶ εἰς ζω­ὴν αἰ­ώ­νιον. «Καὶ ἐ­θε­α­σά­με­θα τὴν δό­ξαν Αὐ­τοῦ, δό­ξαν ὡς Μο­νο­γε­νοῦς πα­ρὰ Πα­τρός, πλή­ρης χά­ρι­τος καὶ ἀ­λη­θε­ί­ας». Ἡ ἀ­δελ­φὴ Χρυ­σο­στό­μη προ­χω­ροῦ­σε γιὰ τὴν Πύλη τὴν  Ὡ­ραί­α.

Σῶ­μα Χρι­στοῦ με­τα­λά­βε­τε, πη­γῆς ἀ­θα­νά­του γε­ύ­σα­σθε.

          Τίποτα γή­ϊ­νο δὲν μό­λευ­ε ἐ­κε­ί­νη τὴν στιγ­μὴ τὴν ἁ­γί­α, ποὺ κυ­μά­τι­ζε τὰ βή­μα­τα πα­ρά­ξε­να πι­α­σμέ­να σ᾽ ἕ­ναν αἰ­ώ­νιο, οὐ­ρά­νιο χο­ρό. Ὁ Γέρων Πα­ΐ­σιος πύ­ρι­νος, ἅ­πλω­νε τὴν λα­βί­δα.

Με­τα­λαμ­βά­νει ἡ δο­ύ­λη τοῦ Θε­οῦ Χρυ­σο­στό­μη Μο­να­χή, σῶ­μα καὶ αἷ­μα Χρι­στοῦ, εἰς ἄ­φε­σιν ἀ­μαρ­τι­ῶν καὶ εἰς ζω­ὴν αἰ­ώ­νιον.

          Σύγκρασι καὶ ἀ­νά­πλα­σι. Οἱ τὰ Χε­ρου­βὶμ μυ­στι­κῶς εἰ­κο­νί­ζον­τες καὶ τὸν Βα­σι­λέ­α τῶν ὅ­λων ὑ­πο­δε­ξό­με­νοι, ἄ­χρο­νοι ἐξ Ἀ­χρό­νου, ἀ­χώ­ρη­τοι ἐξ Ἀ­χω­ρή­του, φῶς ἐκ Φω­τὸς καὶ ἔ­ρως ἐξ  Ἔ­ρω­τος. Ἐ­κεῖ ἦ­ταν ὁ Ἁ­ϊ-Δη­μή­τρης στὸ Κου­μα­ρο­χώ­ρι, ποὺ γι­νό­ταν ξαφ­νι­κὰ καὶ ὁ Ἁ­ϊ-Γι­ώρ­γης τῆς Καπ­πα­δο­κί­ας. Μιὰ αἰ­γαι­ο­πε­λα­γί­τι­κη αὔ­ρα ἕ­νω­νε τοὺς τό­πους πιὸ πέ­ρα ἀ­πὸ τοὺς τό­πους καὶ τοὺς χρό­νους πιὸ μα­κρυ­ὰ ἀ­π’ τοὺς χρό­νους. Ἡ Ἀ­δελ­φὴ Χρυ­σο­στό­μη βη­μά­τι­ζε στα­θε­ρὰ Χρι­στο­φλε­γό­με­νη μὲ τὴν λαμ­πά­δα πύ­ρι­νη στὰ νε­ρὰ τῆς Κρή­νης μὲ ρό­τα πρὸς τὴν Χίο. Κάθισε στὸ στα­σί­δι της καὶ στή­ρι­ξε στὸ μπρά­τσο του τὸ ἀ­πο­μει­νά­ρι τῆς πα­λαι­ᾶς κέ­ρι­νης φω­το­χυ­σί­ας. Τὸ πρό­σω­πό της ἦ­ταν ἀ­στρα­πή, ὅ­λο λάμ­ψι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου