Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2019

ΟΤΕ ΕΨΥΓΗ Η ΑΓΑΠΗ ΤΩΝ ΠΟΛΛΩΝ!

ΟΤΕ ΕΨΥΓΗ Η ΑΓΑΠΗ ΤΩΝ ΠΟΛΛΩΝ!

            Κρί­σις καὶ Μαρ­τυ­ρί­α! Κρί­σις καὶ Μαρ­τύ­ρι­ο! Ἡ κρί­σι ἀ­νέ­κα­θεν συ­νι­στοῦ­σε τὸ ἔ­ρει­σμα πά­νω, στὸ ὁ­ποῖ­ο ἀ­κουμ­ποῦ­σε τὸ Μαρ­τύ­ρι­ο. Μὲ στοι­χεῖ­α ἢ χω­ρὶς στοι­χεῖ­α, οἱ ἄν­θρω­ποι τοῦ κό­σμου κρί­νουν, κα­τα­κρί­νουν καὶ κα­τα­δι­κά­ζουν τὸν Δί­και­ο. Ἀ­πὸ τὴν μι­ὰ στέ­κε­ται τὸ πά­θος, τὸ συμ­φέ­ρον, ἡ κο­σμι­κὴ δύ­να­μι, ἡ κα­τα­δι­κα­στι­κὴ φω­νή. Ἀ­πὸ τὴν ἄλ­λη ἡ ἀ­λή­θει­α, ἡ ἀ­θω­ό­τη­τα, ἡ ἀ­φά­νει­α, ἡ προ­σευ­χο­μέ­νη σι­ω­πή. Ἡ γέν­νη­σι τοῦ Χρι­στοῦ ἔ­φε­ρε ἀν­τι­μέ­τω­πα ὅ­λα τὰ νή­πι­α τῆς γῆς μὲ τοὺς ἑ­κά­στο­τε Ἡ­ρῶ­δες τους. Τῇ ΚΘ’ τοῦ αὐ­τοῦ μη­νὸς μνή­μη τῶν ἁ­γί­ων Νη­πί­ων, τῶν ὑ­πὸ Ἡ­ρώ­δου ἀ­ναι­ρε­θέν­των, χι­λι­ά­δων δε­κα­τεσ­σά­ρων. Καὶ τὸ δε­κα­τέσ­σε­ρα, αὐ­τὸς ὁ μυ­στι­κὸς ἀ­ριθ­μός, ποὺ ση­μει­ώ­νει τό­σο κα­τα­πλη­κτι­κὰ σὲ ὅ­λη τὴν Ἁ­γί­α Γρα­φὴ με­τρη­μέ­νο τὸ ἀ­μέ­τρη­το, προ­σεγ­γί­σι­μο τὸ ἀ­προ­σέγ­γι­στο, κά­νει τὴν μυ­στι­κή του ἐμ­φά­νι­σι: ἀ­ναι­ρε­θέν­των, χι­λι­ά­δων δε­κα­τεσ­σά­ρων. Τί πα­ρά­δο­ξο! Ὁ Ἄρ­χων τῆς Εἰ­ρή­νης γεν­νι­έ­ται, καὶ ἄρ­χε­ται ἡ κρί­σι, ἡ κα­τα­δί­κη καὶ τὸ μαρ­τύ­ρι­ο: οὐκ ἦλ­θον βα­λεῖν εἰ­ρή­νην, ἀλ­λὰ μά­χαι­ραν. Καὶ οἱ Ἅ­γι­οι Μάρ­τυ­ρες εἶ­ναι ἀ­μέ­τρη­τοι. Στὴν ἐμ­πει­ρί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας οἱ ἀ­ριθ­μοὶ δὲν εἶ­ναι μέ­τρο προ­σεγ­γί­σε­ως τῆς Ἀ­λη­θεί­ας, ἀ­φοῦ ἡ Ἀ­λή­θει­α, ὑ­πο­στα­τι­κή, δη­λα­δὴ ὁ ἴ­δι­ος ὁ Χρι­στός, κα­θὸ Θε­ός, εἶ­ναι πέ­ρα ἀ­πὸ κά­θε μέ­τρο. Κα­τὰ τοῦ­το ἡ τεσ­σα­ρα­κο­στὴ τῶν Χρι­στου­γέν­νων γε­μί­ζει ἀ­πὸ τὴν πα­ρου­σί­α τῶν ἀ­ναι­ρε­θέν­των, χι­λι­ά­δων δε­κα­τεσ­σά­ρων Νηπίων, ποὺ μὲ τρό­πο μυ­στι­κὸ προσ­δι­ο­ρί­ζουν ἐ­πι­πλέ­ον, πέ­ραν αὐ­τοῦ καθ᾽ ἑ­αυ­τοῦ τοῦ ἱ­στο­ρι­κοῦ γε­γο­νό­τος, καὶ τὴν προ­ο­πτι­κὴ τῶν ἀ­μέ­τρη­των ἐ­κεί­νων Νη­πί­ων, ποὺ εἰς τοὺς αἰ­ῶ­νας ἀ­κο­λού­θη­σαν καὶ ἀ­κο­λου­θοῦν, μέ­χρι τῆς συν­τε­λεί­ας τὸ Ἅ­γι­ο Νή­πι­ο τῆς φάτ­νης τῆς Βη­θλε­έμ. Εἶ­ναι τό­σο ἐν­τυ­πω­σι­α­κὰ συγ­κι­νη­τι­κό, ὅ­ταν ἀ­κοῦ­με τὸ συ­να­ξά­ρι τῆς ἡ­μέ­ρας νὰ συ­νε­χί­ζῃ: Τῇ αὐ­τῇ ἡ­μέ­ρᾳ μνή­μη πάν­των τῶν Χρι­στι­α­νῶν, καὶ ἀ­δελ­φῶν ἡ­μῶν, τῶν ἐν λι­μῷ καὶ δί­ψῃ καὶ μα­χαί­ρᾳ καὶ κρύ­ει τε­λει­ω­θέν­των. Μνή­μη, δη­λα­δή, ὅ­λων τῶν Μαρ­τύ­ρων, τῶν παν­τοι­ο­τρό­πως ἀ­ναι­ρε­θέν­των, χι­λι­ά­δων δε­κα­τεσ­σά­ρων. Αὐ­τὸς ὁ ἀ­ριθ­μη­τι­κὸς προσ­δι­ο­ρι­σμὸς λαμ­βά­νει ἔτ­σι μέ­σα στὴν συ­νεί­δη­σί μας μι­ὰ ἐ­σχα­το­λο­γι­κὴ προ­ο­πτι­κή. Κρί­σις καὶ Μαρ­τυ­ρί­α! Τὰ ἐν Χρι­στῷ Νή­πι­α ὅ­λης τῆς γῆς, σὲ ὅ­λους τοὺς χρό­νους, κρί­νον­ται καὶ κα­τα­δι­κά­ζον­ται κα­θη­με­ρι­νὰ ἀ­πὸ τοὺς «ἔ­ξυ­πνους» Ἡ­ρῶ­δες τους. Τῷ τε­χθέν­τι σή­με­ρον, ἐκ τῆς Παρ­θέ­νου, τῶν Νη­πί­ων στρά­τευ­μα, ὡς Ποι­η­τῇ καὶ Βα­σι­λεῖ, δε­κτὰ προ­σά­γον­ται σφά­γι­α, προ­τε­θυ­μέ­να Χρι­στῷ δι­ὰ πί­στε­ως. Κά­θε στιγ­μὴ τῆς κα­θη­με­ρι­νό­τη­τας εἶ­ναι κρί­σι καὶ μαρ­τυ­ρί­α, κρί­σι καὶ μαρ­τύ­ρι­ο ἐν λι­μῷ καὶ δί­ψῃ καὶ μα­χαί­ρᾳ καὶ κρύ­ει. Μι­ὰ ἑ­τοι­μό­γεν­νη γυ­ναῖ­κα ζη­τᾶ μέ­σα στὸ κρύ­ο τοῦ χει­μῶ­να κα­τα­φύ­γι­ο γι­ὰ νὰ γεν­νή­σῃ, ἀλ­λὰ οὐκ ἔ­στι τό­πος ἐν τῷ κα­τα­λύμα­τι. Γι­ὰ τὰ ἐν Χρι­στῷ Νή­πι­α δὲν ὑ­πάρ­χει τό­πος ἐν τῷ κα­τα­λύμ­α­τι τοῦ κό­σμου τού­του. Αὐ­τὰ πει­νοῦν καὶ δι­ψοῦν τὴν δι­και­ο­σύ­νη, ἀλ­λὰ ὁ κό­σμος τοῦ Ἡ­ρώ­δη ἔ­χει γι᾽ αὐ­τὰ μό­νον μά­χαι­ρα καὶ κρύ­ο. Ἡ φυ­σι­κὴ ἀν­θρώ­πι­νη στορ­γὴ δὲν προ­σφέ­ρε­ται σ᾽ αὐ­τούς. Τὰ δι­και­ώ­μα­τα εἶ­ναι μό­νο γι­ὰ ὅ­λους τοὺς ἄλ­λους. Αὐ­τὸς ὁ ἀ­νὰ τοὺς αἰ­ῶ­νας ἐ­πα­να­λαμ­βα­νό­με­νος κλῆ­ρος τῶν ἐν Χρι­στῷ Νη­πί­ων, ποὺ συ­ναν­τᾶ­ται ὁ ἴ­δι­ος βέ­βαι­α καὶ στὰ ὁ­σι­α­κὰ συ­να­ξά­ρι­α, φαί­νε­ται νὰ παίρ­νῃ μι­ὰ δι­ά­στα­σι ἐμ­φαν­τι­κή, ὅ­σο ἡ ἐγ­γρα­φὴ τοῦ κύ­κλου τῆς ἀν­θρώ­πι­νης ἱ­στο­ρί­ας φτά­νει στὸ κλεί­σι­μό της. Ὁ Ἡ­ρώ­δης στὴν Πρώ­τη Πα­ρου­σί­α τοῦ Σαρ­κω­θέν­τος Λό­γου, στὴν φάτ­νη τῆς Βη­θλε­ὲμ μᾶς δί­δει εὖρος νὰ συ­νά­ξω­με στοι­χεῖ­α ἐ­σχα­το­λο­γι­κά. Ὁ Ἡ­ρώ­δης θέ­λει πάν­τα νὰ σκο­τώ­σῃ αὐ­τὸν τὸν Θε­ὸ καὶ ἐμ­μα­νεὶς στρέ­φει τὴν μα­νί­α του στοὺς μι­σου­μέ­νους ὑ­πὸ πάν­των τῶν ἐ­θνῶν δι­ὰ τὸ ὄ­νο­μά Του, στὰ ἀ­θῶ­α ἐν Χρι­στῷ Νή­πι­α. Ὅ­ταν λοι­πὸν δι­ὰ τὸ πλη­θυν­θῆ­ναι τὴν ἀ­νο­μί­αν ψυ­γή­σε­ται ἡ ἀ­γά­πη τῶν πολ­λῶν, τό­τε ὢ τῆς Ἡ­ρώ­δου πω­ρώ­σε­ως! κα­τὰ Θε­οῦ ἐμ­μα­νείς, Βη­θλε­ὲμ τοῖς βρέ­φε­σι, τὸν θυ­μὸν ἐ­πα­φί­η­σι. Κρί­σις καὶ μαρ­τυ­ρί­α! Τί φο­βε­ρό, ποὺ ἡ κα­τα­δί­κη τῶν ἐν Χρι­στῷ Νη­πί­ων εἶ­ναι πάν­το­τε ἡ κα­τα­δί­κη αὐ­τοῦ τοῦ ἴ­δι­ου τοῦ Θε­οῦ. Ὅ­λα τὰ ἔ­θνη, χω­ρὶς ἐ­ξαί­ρε­σι, ἡ γῆ ὁ­λό­κλη­ρη μὲ ὅ­λους τοὺς λα­ούς της, κα­θὼς ἐ­πλη­θύν­θη ἡ ἀ­νο­μί­α κα­τα­δι­κά­ζουν τὸν Θε­ὸ στὸ πρό­σω­πο τῶν ἐν Χρι­στῷ Νη­πί­ων. Ἡ ἁ­γνό­τη­τα, ἡ ἀ­θω­ό­τη­τα, ἡ ἀ­λή­θει­α κα­ταγ­γέ­λλε­ται καὶ προ­σά­γε­ται μὲ ἤ­δη ἀ­πο­φα­σι­σμέ­νη τὴν κα­τα­δί­κη στὸ στυγνὸ δι­κα­στή­ρι­ο τῶν Ἡ­ρώ­δων τοῦ κό­σμου τού­του. Σ᾽ αὐ­τὸ τὸ πα­ρά­λο­γο δι­κα­στή­ρι­ο ἡ κα­τα­λή­στευ­σι τῶν κυ­ρι­αρ­χι­κῶν δι­και­ω­μά­των δι­και­ώ­νε­ται, ἐ­νῶ ἡ τί­μι­α ἐρ­γα­σί­α συ­κο­φαν­τεῖ­ται, ἡ εὐ­ερ­γε­σί­α σπι­λώ­νε­ται καὶ ἡ ἐ­λε­η­μο­σύ­νη λοι­δο­ρεῖ­ται. Ὁ Ἡ­ρώ­δης καὶ ὁ κά­θε Ἡ­ρώ­δης ἀ­πο­φα­σί­ζει ἀ­με­τά­κλη­τη τὴν κα­τα­δί­κη, πε­πει­σμέ­νος πὼς ἔτ­σι πέ­τυ­χε τὴν μι­αι­φο­νί­α, τὸν θά­να­το τοῦ Θε­οῦ. Ἀλ­λὰ μά­ται­α ἀ­πα­τᾶ­ται. Χο­ρὸς θε­ό­λε­κτος βρε­φῶν, ἐν σαρ­κὶ γεν­νη­θέν­τι προ­ση­νέ­χθη τῷ Κτί­στῃ· τὴν ἀ­ήτ­τη­τον γὰρ ταῦ­τα δύ­να­μιν, ἐκ Θε­οῦ ἐ­ζω­σμέ­να χά­ρι­τι πί­στε­ως, πρὸς τὸν ἀ­θλο­θέ­την καὶ Θε­ὸν ἀ­νέ­δρα­μον. Καὶ ἐ­νῶ τὰ ἀ­θά­να­τα ἐν Χρι­στῷ Νή­πι­α ζοῦν πάν­το­τε ἐν Χρι­στῷ στὸ πεῖ­σμα κά­θε θα­νά­του, ὁ Ἡ­ρώ­δης συνεχίζει νὰ ἐ­νο­χλῆται θα­νά­σι­μα, ἂν δῇ κά­ποι­ον νὰ προ­σπα­θῇ, νὰ ζή­σῃ ὄντως· ἂν ἀρ­νῆ­ται τὴν ἐμ­πλο­κὴ στὰ ὀρ­γα­νω­μέ­να πα­γι­ω­μέ­να στε­γα­νά, τὰ ὁ­ποῖ­α ἐκεῖνος ἐ­λέγ­χει. Ἀλ­λὰ καὶ πά­λι ἀ­πα­τᾶ­ται. Γι­α­τὶ μέ­σα στὴν ἐ­πι­βο­λὴ τοῦ θα­νά­του ἀ­πὸ τὸν ὅ­ποι­ον κο­σμι­κὸ δυ­νά­στη, ἡ ἀ­φά­νει­α τοῦ Θε­οῦ βα­σι­λεύ­ει καὶ ἡ προ­σευ­χὴ μι­ᾶς δι­καί­ας Ἐ­λι­σά­βετ ἀ­νοί­γει τὴν πέ­τρα τῆς ἐ­ρή­μου, ὅ­που ἡ Χά­ρις τοῦ Θε­οῦ ἐ­νερ­γεῖ τὸ θαῦ­μα. Ἡ δὲ Ἐ­λι­σά­βετ, λα­βοῦ­σα τὸν Ἰ­ω­άν­νην, πέ­τραν πα­ρε­κά­λει· δέ­ξαι μη­τέ­ρα με­τὰ τέ­κνου. Ὄ­ρος ἐ­δέ­ξα­το τὸν Πρό­δρο­μον· φάτ­νη ἐ­φύ­λατ­τε τὸν θη­σαυ­ρόν. Κύ­ρι­ε δό­ξα σοι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ

ΜΝΗΜΟΝΕΥΤΕΟΝ ΘΕΟΥ ΜΑΛΛΟΝ Η ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΕΟΝ

Ἀ­δι­α­λεί­πτως προ­σεύ­χε­σθε καὶ Μνη­μο­νευ­τέ­ον Θε­οῦ μᾶλ­λον ἢ ἀ­να­πνευ­στέ­ον˙ καί, οἷ­ον τε τοῦ­το εἰ­πεῖν, μη­δὲν ἄλ­λον ἢ τοῦ­το ...