Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2019

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΚΑΡΟΥΛΙΩΤΗ: ΔΙΔΑΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΧΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ

Γεροντος Νικοδημου Καρουλιωτη:

 Διδαχὲς γιὰ τὴν εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ
(Με­τά­φρα­σις ἀ­πὸ τὰ Ἀγ­γλι­κά)[1]

1. Περισπασμὸς
Ἐρώτημα πρῶτο: «Ἔχω φοβερὸ περισπασμό».
            Ὁ πε­ρι­σπα­σμὸς μει­ώ­νε­ται μὲ τὴ βο­ή­θει­α τῆς προ­σο­χῆς καὶ μὲ τὸν ἐγ­κλει­σμὸ τοῦ νοῦ στὰ λό­γι­α τῆς προ­σευ­χῆς. Δὲν πρέ­πει νὰ κλεί­νῃς τὸ νοῦ σου μέ­σα σὲ ὅ­λες τὶς λέ­ξεις μο­νο­μι­ᾶς, ἀλ­λὰ σὲ κά­θε λέ­ξι χω­ρι­στά. Πρέ­πει νὰ τὸ κά­νῃς κατ᾿ αὐ­τὸν τὸν τρό­πο: ὅ­ταν προ­φέ­ρῃς μί­α λέ­ξι μὲ τὸ νοῦ σου, πρέ­πει τὴν ἴ­δι­α στιγ­μὴ νὰ ἀ­κοῦς μὲ τὸ νοῦ σου τὴ λέ­ξι, ποὺ ἀρ­θρώ­νε­ται. Τό­τε, χω­ρὶς παῦ­σι, ἀ­μέ­σως νὰ προ­φέ­ρῃς τὴν ἑ­πό­με­νη λέ­ξι μὲ τὸν ἴ­δι­ο τρό­πο. Ὁ­μοί­ως τὴν τρί­τη, τέ­ταρ­τη, καὶ πέμ­πτη λέ­ξι. Τε­λεί­ω­σε τὴν εὐ­χὴ καὶ με­τὰ ἀπ᾿ αὐ­τὴν ἀ­μέ­σως, χω­ρὶς δι­α­κο­πή, ἄλ­λη μί­α, καὶ με­τὰ μί­α τρί­τη, καὶ μ᾿ αὐ­τὸν τὸν τρό­πο ὁ­λό­κλη­ρο τὸ κομ­πο­σχοί­νι. Πρέ­πει νὰ προ­φέ­ρῃς τὰ λό­γι­α τῆς εὐ­χῆς στα­θε­ρά, κα­θα­ρά, καὶ χω­ρὶς δι­α­στή­μα­τα τὸ ἕ­να ἀ­πὸ τὸ ἄλ­λο. Ἄρ­θρω­σε μὲ τὸ νοῦ σου τὶς λέ­ξεις τοῦ πρώ­του μι­σοῦ τῆς εὐ­χῆς – «Κύ­ρι­ε Ἰ­η­σοῦ Χρι­στὲ» - στα­θε­ρὰ καὶ κα­θα­ρά. Πρό­φε­ρε τὶς λέ­ξεις τοῦ δεύ­τε­ρου μι­σοῦ τῆς εὐ­χῆς – «ἐ­λέ­η­σόν με» - ἀ­μέ­σως, πε­ρι­ο­ρί­ζον­τας λί­γο τὸ στῆ­θος σου καὶ συγ­κρα­τών­τας λί­γο, ὄ­χι ὅ­μως μὲ με­γά­λη δύ­να­μι, τὴν ἀ­να­πνο­ή σου, ἐκ­φρά­ζον­τας μὲ αὐ­τὸν τὸν τρό­πο τὴν με­τα­μέ­λει­α τῆς καρ­δί­ας σου καὶ τὴν με­τά­νοι­ά σου. Ἀλ­λὰ αὐ­τὰ ὅ­λα πρέ­πει νὰ γί­νων­ται μὲ ἠ­ρε­μί­α, γι­ὰ νὰ μὴν προ­κα­λέ­σουν ἐ­κνευ­ρι­σμό. Ταυ­το­χρό­νως πρέ­πει νὰ ἔ­χῃς συ­νέ­χει­α τὴν προ­σο­χή σου στραμ­μέ­νη στὴν καρ­δί­α σου καὶ νὰ ἀ­τε­νί­ζῃς τὸ ἀ­ό­ρα­το πρό­σω­πο τοῦ Κυ­ρί­ου μέ­σα στὸ ὄ­νο­μά Του. Προ­φέ­ρον­τας ἔτ­σι τὰ λό­γι­α τῆς εὐ­χῆς, λέ­ξι – λέ­ξι, χω­ρὶς νὰ δι­α­κό­ψῃς ἢ νὰ στα­μα­τή­σῃς, δὲν ἀ­φή­νεις χῶ­ρο γι­ὰ νὰ εἰ­σβάλ­λουν ἄ­σχε­τες ἰ­δέ­ες καὶ σκέ­ψεις. Ἐ­ὰν ἐρ­γα­σθῇς μ᾿ αὐ­τὸν τὸν τρό­πο, μὲ τὴ βο­ή­θει­α τοῦ Θε­οῦ θὰ δῇς τὸν καρ­πὸ τοῦ κό­που σου – τὴ μεί­ω­σι τοῦ πε­ρι­σπα­σμοῦ.

2.  Ὀργὴ
Ἐ­ρώ­τη­μα δεύ­τε­ρο: «Ἐ­ὰν μι­λή­σω μὲ ἀ­γά­πη σὲ κά­ποι­ον ποὺ μὲ προ­σβάλ­λει, εἶ­μαι ἕ­τοι­μη νὰ συγ­χω­ρή­σω τὰ πάν­τα καὶ νὰ προ­σεύ­χο­μαι γι᾿ αὐ­τόν˙ ἂν ὅ­μως ἀ­παν­τή­σω κι ἐ­γὼ προ­σβλη­τι­κά, φεύ­γω γρή­γο­ρα ἀ­πὸ κον­τά του, γι­ὰ νὰ μὴν τὸν βλέ­πω, καὶ ὅ­ταν θὰ τὸν συ­ναν­τή­σω, ἡ πι­κρί­α φουν­τώ­νει ξα­νὰ μέ­σα στὴν καρ­δί­α μου».
            Αὐ­τὸ εἶ­ναι ἕ­να ση­μεῖ­ο ὅ­τι τὸ πά­θος τοῦ θυ­μοῦ δὲν ἔ­χει νι­κη­θῆ μέ­σα σου, ἀλ­λὰ ὅ­τι ἀ­γω­νί­ζε­σαι ἐ­νάν­τι­α στὸ πά­θος μὲ τὸ νὰ κρύ­βε­σαι ἀ­πὸ αὐ­τὸν ποὺ σὲ πρό­σβαλ­λε. Ἐ­ὰν με­τα­νο­ή­σῃς, θὰ μπο­ρέ­σῃς νὰ ἀ­σχο­λη­θῇς μὲ τὴ νο­ε­ρὰ προ­σευ­χή, καὶ αὐ­τὴ θὰ σὲ βο­η­θή­σῃ στὸν ἀ­γῶ­να ἐ­ναν­τί­ον τοῦ πά­θους. Εἶ­ναι ὅ­μως ἀ­κό­μη καλ­λί­τε­ρο ἂν ἀρ­χί­σῃς ἀ­μέ­σως νὰ μι­λᾷς μὲ ἀ­γά­πη σ᾿ ἐ­κεῖ­νον ποὺ σὲ πρό­σβαλ­λε, πα­ρὰ τὴν ἐ­σω­τε­ρι­κή σου πι­κρί­α. Κά­νον­τας ἔτ­σι θὰ ἐκ­πλη­ρώ­σῃς τὴν ἐν­το­λὴ τοῦ Κυ­ρί­ου: «ἐ­ὰν οὖν πει­νᾷ ὁ ἐ­χθρός σου ψώ­μι­ζε αὐ­τόν...τοῦ­το γὰρ ποι­ῶν ἄν­θρα­κας πυ­ρὸς σω­ρεύ­σεις ἐ­πὶ τὴν κε­φα­λὴν αὐ­τοῦ» (Ρωμ. 12, 20, Πα­ροιμ. 25, 21-22). Καὶ θὰ ἐκ­πλη­ρώ­σῃς τὴν δεύ­τε­ρη ἐν­το­λὴ (βλ. Ματθ. 5, 23-24).

3. Ὑπνηλία
Ἐ­ρώ­τη­μα τρί­το: «Γι­ὰ μέ­να τὸ νὰ κά­νω τρί­α κομ­πο­σχοί­νι­α, καὶ νὰ τὰ κά­νω ἤ­ρε­μα καὶ ἀρ­γά, παίρ­νει ἴ­σως τρεῖς μὲ τέσ­σε­ρεις ὧ­ρες. Ὠ­στό­σο δὲν εἶ­ναι αὐ­τὸ τὸ πρό­βλη­μα, ὅ­σο ἡ ὑ­πνη­λί­α καὶ ἡ νω­θρό­τη­τα ποὺ αἰ­σθά­νο­μαι. Κοι­μᾶ­μαι ἀ­πὸ τὶς ἐν­νι­ὰ ἢ δέ­κα τὸ βρά­δυ μέ­χρι τὶς ἕ­ξι τὸ πρω­ΐ».
            Ὁ ὕ­πνος γι­ὰ τό­σο με­γά­λο δι­ά­στη­μα εἶ­ναι πά­ρα πο­λὺς γι­ὰ ἕ­ναν ἀ­σκη­τὴ ποὺ ἐ­ξα­σκεῖ τὴν νο­ε­ρὰ προ­σευ­χή. Τὸν κά­νει ἀ­δύ­να­μο καὶ βα­ρὺ γι­ὰ προ­σευ­χή. Ἑ­πτὰ ὧ­ρες εἶ­ναι ἀρ­κε­τές, ὅ­μως θὰ πρέ­πει νὰ συ­νη­θί­σῃς νὰ κοι­μᾶ­σαι λί­γο, ὅ­πως καὶ νὰ κά­νῃς ἀ­γρυ­πνί­α. Τρεῖς ἢ τέσ­σε­ρεις ὧ­ρες γι­ὰ νὰ τε­λει­ώ­σῃς τρί­α κομ­πο­σχοί­νι­α – εἶ­ναι πά­ρα πο­λύ. Δὲν πρέ­πει νὰ τὸ κά­νῃς ἔτ­σι˙ τὸ καλ­λί­τε­ρο μέ­τρο εἶ­ναι τρί­α κομ­πο­σχοί­νι­α σὲ μι­σὴ ὥ­ρα, ἢ ἑ­πτὰ μὲ ὀ­κτὼ λε­πτὰ γι­ὰ ἕ­να κομ­πο­σχοί­νι. Ἡ ὑ­πνη­λί­α καὶ ἡ νω­θρό­τη­τα φεύ­γουν μὲ τὴν σω­μα­τι­κὴ ἐ­γρή­γορ­σι ποὺ προκαλεῖται ἀπὸ τὴν ἄ­σκη­σι τῶν μυ­ῶν, καὶ μὲ αὐ­τὴ τὴν συ­νεί­δη­σι συγ­κρα­τεῖ­ται ἡ ἀ­να­πνο­ὴ - ὄ­χι πο­λύ, ἀλ­λὰ ὅ­σο μπο­ρεῖ νὰ γί­νῃ χω­ρὶς νὰ ἀ­πο­σπα­στῇ ἡ προ­σο­χὴ (Ἅγ. Νεῖ­λος τοῦ Σό­ρα). Τὸ νὰ κρα­τᾷς τὸ σῶ­μα σὲ κα­τά­στα­σι προ­σο­χῆς, ὅ­πως ἕ­νας στρα­τι­ώ­της μπρο­στὰ σὲ ἀ­ξι­ω­μα­τι­κό, βο­η­θᾶ πο­λὺ στὴν ἐκ­δί­ω­ξι τῆς ὑ­πνη­λί­ας, τῆς νύ­στας καὶ τῆς νω­θρό­τη­τας. Ἡ ὁ­δη­γί­α αὐ­τή, ποὺ δό­θη­κε σ᾿ ἐ­μέ­να, εἶ­ναι κα­λὴ γι᾿ αύ­τὴν τὴν πε­ρί­πτω­σι: «Τρά­βη­ξε πρὸς τὰ μέ­σα τὸ στο­μά­χι σου, σφῖ­ξε τὴ ζώ­νη σου, σή­κω­σε τὸ στέρ­νο σου, τέν­τω­σε τοὺς ὤ­μους σου, γεῖ­ρε τὸ κε­φά­λι σου, καὶ κα­τεύ­θυ­νε τὸ νοῦ σου στὸ Θε­ό». Εἶ­χα αὐ­τὴ τὴν ὁ­δη­γί­α πάν­τα ὡς συ­νή­θει­α κά­νον­τας τὸν κα­νό­να μου, καὶ νι­κῶ συ­χνὰ τὴν ὑπνηλία καὶ τὴ νω­θρό­τη­τα. Καὶ γι­ὰ νὰ μοῦ εἶ­ναι πι­ὸ εὔ­κο­λο νὰ προ­σευ­χη­θῶ τὴ νύχ­τα καὶ νὰ κά­νω ἀ­γρυ­πνί­α, δὲν τρώ­ω τί­πο­τα τὸ βρά­δυ. Δο­κί­μα­σε κι ἐσὺ νὰ τὸ κάνῃς αὐ­τό. 




[1] ELDER NIKODIM OF KAROULIA, “Teachings on the Jesus Prayer”, The Orthodox Word, τεῦχ. 279 (2011), σ.σ. 179–182, 184-185.
σημειωσι: Τὸ κεί­με­νο αὐτὸ εἶ­ναι ἀ­πό­σπα­σμα ἀ­πὸ ἕ­να γράμ­μα τοῦ Γέ­ρον­τος Νι­κο­δή­μου τοῦ Κα­ρου­λι­ώ­τη, ποὺ γρά­φη­κε στὶς 6 Ἰ­ου­νί­ου 1976. Εἶ­χε ἀρ­χι­κὰ ὡς πα­ρα­λή­πτη μί­α γυ­ναῖ­κα ἡ ὁ­ποί­α ἀ­γω­νι­ζό­ταν νὰ ἐ­ξα­σκή­σῃ τὴν νο­ε­ρὰ προ­σευ­χή, καὶ δί­νει χρή­σι­μες ἀ­παν­τή­σεις σὲ ὁ­ποι­ον­δή­πο­τε ἀ­γω­νί­ζε­ται νὰ ἀ­πο­κτή­σῃ βα­θύ­τε­ρη ἐμ­πει­ρί­α τῆς προ­σευ­χῆς.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ

ΜΝΗΜΟΝΕΥΤΕΟΝ ΘΕΟΥ ΜΑΛΛΟΝ Η ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΕΟΝ

Ἀ­δι­α­λεί­πτως προ­σεύ­χε­σθε καὶ Μνη­μο­νευ­τέ­ον Θε­οῦ μᾶλ­λον ἢ ἀ­να­πνευ­στέ­ον˙ καί, οἷ­ον τε τοῦ­το εἰ­πεῖν, μη­δὲν ἄλ­λον ἢ τοῦ­το ...